14 Μαρτίου 2014

Δημιουργική γραφή....!


Σήμερα τα Αγρίμια θέλησαν να ακονίσουν λιγάκι την...φαντασία τους!

Αποφάσισαν λοιπόν να φτιάξουν μια δική τους, ολόδική τους, ιστορία. Πώς όμως η ιστορία θα περιλαμβάνει ένα κομμάτι από όλους; Είναι ποτέ δυνατόν τόσα άτομα, τόσες ιδέες, να χωρέσουν σε μια και μόνο ιστορία;

Δοκίμασαν λοιπόν και ξαναδοκίμασαν να βρουν τρόπους διαφορετικούς να ενώσουν τις φανταστικές τους σκέψεις... το αποτέλεσμα; Μοναδικό! Θέλετε να πάρετε μια ιδέα του πώς δούλεψαν μα και του αποτελέσματος; Ιδού!


Ο κάθε ένας συγγραφέας είχε μπροστά του ένα φύλλο εργασίας. Εκεί κάθε φορά έπρεπε να συμπληρώσει ένα μέρος της ιστορίας. Ξεκινούσαν λοιπόν όλοι με τους πρωταγωνιστές της ιστορίας αυτής – τα πρόσωπα – κι αφού ολοκλήρωναν την διαδικασία έδιναν το φύλλο εργασίας στον διπλανό τους. Σειρά τώρα είχε ο τόπος που διαδραματίζεται η ιστορία, κι έπειτα ο χρόνος – κάθε ένα συμπληρωμένο από άλλον συγγραφέα. Στη συνέχεια προσθέσαμε τη βασική δομή της ιστορίας για να κλείσουμε την συγγραφή με τα συναισθήματα των ηρώων!


Τα Αγρίμια όμως συλλογίστηκαν έναν ακόμη τρόπο για να γράψουν μια φανταστική ιστορία... Αυτή τη φορά αποφάσισαν να προσθέτουν μία φράση ο καθένας και σιγά σιγά να χτιστεί το παραμύθι τους. Αλλά όχι μόνο αυτό, το εικονογράφησαν για να δείχνει ακόμη πιο ζωντανό! Να λοιπόν η ιστορία ακριβώς όπως την έγραψαν τα Αγρίμια και οι εικόνες τους:


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα φύλλο κάτω από δέντρο πεσμένο. Το πάτησε ένας και γλίστρησε. Μετά χτύπησε στο πόδι. Αποφάσισε όμως να μην πάει στον γιατρό και πόναγε μόνο του.
Μετά από δύο μέρες το πόδι του είχε πρηστεί και είχε γίνει μπλε.
Πήγε στο νοσοκομείο  να το φτιάξει και του λένε “Θέλει εγχείριση”.
“Τι; Εγχείριση; Πώς; Πού;” και αποφασίζει αντί για εγχείριση να πάει στη μάγισσα που ζούσε στο δάσος να τον βοηθήσει. Εκείνη του έδωσε έναν μαγικό ζωμό και του ζήτησε αντάλλαγμα.
Του ζήτησε να της φέρει ένα παιδάκι.
“Τι; Παιδάκι; Πόσο χρονών να είναι;”
“Θέλω ένα ξανθό παιδάκι 10 χρόνων να με βοηθάει στα μαγικά μου και στις δουλειές μου”, είπε η μάγισσα.
“Αυτά που ζητάς δε γίνονται”, αρνήθηκε να την βοηθήσει εκείνος και έφυγε από το δάσος.
Καθώς περπατούσε στο δάσος και πονούσε συνάντησε μπροστά του ένα ξανθό αγόρι.
Αμέσως του πέρασε από το μυαλό να το πάρει να το δώσει στη μάγισσα.
Το πήρε λοιπόν από το χέρι και του υποσχέθηκε
ότι θα του δώσει λιχουδιές και στον δρόμο του έδινε πράγματι.
Το ξανθό παιδάκι απόρησε “Πού πάμε;”, είπε.
“Μην ανησυχείς, θα σε πάω εγώ σε ένα πολύ ωραίο μέρος που έχω καλά κρυμμένα λιχουδιές και γλυκά. Αλήθεια”, το ρώτησε, “πώς βρέθηκες μόνος σου στο δάσος;”
“Έψαχνα να βρω το μαγικό φίλτρο που θα με έκανε καλό μαθητή”, είπε το παιδάκι.
“Δεν υπάρχει όμως μαγικό φίλτρο κι εγώ τι να κάνω αφού θέλω να γίνω καλός μαθητής;” συνέχισε το αγόρι.
Ο Ποδοπόνης σκεφτόταν τι να του απαντήσει και ποιο να είναι το μυστικό του καλού μαθητή.
“Ξέρω εγώ κάποια που μπορεί να σε βοηθήσει. Ακολούθησέ με  να πάμε σε έναν ωραίο τόπο. Σου έχω μια ωραία έκπληξη!”.
“Τι έκπληξη;”
“Δεν μπορώ να σου πω, τις εκπλήξεις δεν τις μαρτυρούν. Κάνε λίγο υπομονή και θα δεις.”.
Το ξανθό αγόρι όμως άρχισε να νιώθει μοναξιά μακριά από τους γονείς του και τους φίλους του και αποφάσισε να βρει έναν τρόπο να βγει από το δάσος. Δεν πρόλαβε όμως να βγει γιατί τον περίμενε μια αρκούδα και το έφαγε το κακόμοιρο το παιδάκι.
Ο Πονοπόδης πήρε ένα ξύλο και το έφερε στο κεφάλι της αρκούδας,
έσκισε την κοιλιά της και ζούσε ακόμη το παιδάκι.
Ο Πονοπόδης ζητούσε συγγνώμη από το παιδάκι που δεν το προστάτεψε και δεν έκανε αυτό που του υποσχέθηκε στην αρχή. Σκέφτηκε ότι έπρεπε να βρουν άλλο δρόμο για να βρουν και τα δυο φίλτρα μακριά από την κακιά μάγισσα.
Ξαφνικά βρέθηκαν κάτω από το δέντρο που ο Πονοπόδης χτύπησε το πόδι του. Το φύλλο που είχε πατήσει είπε με σιγανή φωνή: “Συγγνώμη, για όλα αυτά που προκάλεσα, εγώ φταίω... Μπορώ να γιατρέψω την πληγή που σου προκάλεσα.”
“Μήπως θα μπορούσες να δώσεις στο παιδάκι το φίλτρο για να γίνει καλός μαθητής;”
“Βεβαίως! Φυσικά! Δώσε μου το χέρι σου να βάλω μια σταγόνα μαγικό φίλτρο!”
Κι αφού ο Πονοπόδης γιατρεύτηκε και το παιδάκι βρήκε αυτό που έψαχνε, το φυλλαράκι τους είπε:
“Κρατηθείτε από μένα κι ο αέρας θα μας πάει όλους εκεί που χρειάζεται να πάμε. Στο σπίτι μας!”


Τι γίνεται όμως όταν προσπαθούμε να γράψουμε μια ιστορία λέγοντας μόνο μία λέξη ο καθένας;

Να το τρελούτσικο και διασκεδαστικό αποτέλεσμα άλλης μιας συνεργασίας:

Κάποτε ήταν ένας βάτραχος στην κορυφή μιας βουνοπλαγιάς που είχε λίμνη. Εκεί υπήρχαν πολλά ζώα. Ένα πρωί ο αρχηγός βάτραχος είχε κέφια. Αποφάσισε να τραγουδήσει. Τι όμως; Τραγούδι με συντροφιά μια γάτα. Και να που εμφανίστηκε γύπας που τραγουδούσε πιο χαρούμενα από τον βάτραχο. Η γάτα πάλεψε και κατάφερε να φωνάξει ένα φίδι. Το φίδι όμως σκέφτηκα να του παίξει κρυφτό ώστε να μην το δει. Ο γύπας κατάφερε να το κάνει να φύγει. Του πέταξε στίχους μελωδικούς και μετά έφυγε. Τότε ακούστηκε ένας πολύ δυνατός θόρυβος που έφυγαν όλα τα βουνά και άλλαξαν αέρα. Ο τυραννόσαυρος τους έφαγε όλα τα φαγητά και έτρεξε γρήγορα μακριά και δεν ξαναγύρισε ποτέ.

Υπεύθυνη άρθρου: Μ.Ν. μαζί με την ομάδα τα "Αγρίμια" του ΕΕΕΕΚ Κισάμου

Φωτογραφίες: ΕΕΕΕΚ Κισάμου




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου